Παναγία Σικελιά
Η Μονή της Παναγίας Σικελιάς βρίσκεται στη νότια Χίο σε απόσταση 16 χλμ από την πόλη. Δεσπόζει στην κορυφή ενός λόφου κοντά στο χωριό έξω Διδύμα και πιθανότατα κατασκευάστηκε στα τέλη του 13ου με αρχές του 14ου αιώνα. Πέρα από το ναό και το νεωτερικό αρχονταρίκι, στο χώρο σήμερα δε σώζονται παρά μόνο τμήμα του περιβόλου, ερείπια των κελιών και του πύργου, για να μαρτυρούν ότι κάποτε ο ναός αποτέλεσε το καθολικό μίας Μονής. Σύμφωνα με τους παλαιότερους κατοίκους της περιοχής, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα η Μονή ήταν ανδρική, αλλά εγκαταλείφθηκε όταν απεβίωσε ο τελευταίος μοναχός. Έκτοτε ο ναός, που τιμάται στο όνομα της Παναγίας, εορτάζει δύο φορές το χρόνο, στην εορτή της Μεσοπεντηκοστής και στη Γέννηση της Θεοτόκου στις 8 Σεπτεμβρίου. Αρχιτεκτονικά, ο ναός εντάσσεται στον τύπο των μονόκλιτων σταυροειδών με τρούλο. Στο μεγαλύτερο τμήμα του κατασκευάστηκε από μονές ή διπλές σειρές αδρά λαξευμένων λίθων, που εναλλάσσονται με τρεις έως οκτώ σειρές πλίνθων. Καθεμία από τις πλάγιες πλευρές του ναού εξωτερικά διαρθρώνεται με πέντε τυφλά αψιδώματα, η δυτική πλευρά με τρία και η ανατολική με τυφλά αψιδώματα σε δύο ζώνες. Τα μεγάλα αψιδώματα που διαπλάθουν τις μακριές πλευρές του ναού φέρουν πλούσιο κεραμοπλαστικό διάκοσμο στα ημικυκλικά τμήματα των τυμπάνων τους. Το πιο εντυπωσιακό κόσμημα είναι ο μεγάλος ένσταυρος ρόδακας στο κεντρικό αψίδωμα της νότιας πλευράς, που προβάλλεται σε διακοσμημένο με οριζόντια ιχθυάκανθα βάθος, ενώ στο κέντρο του κυριαρχεί ισοσκελής σταυρός με φιαλοστόμια πλαισιωμένα από πλίνθους. Ο εσωτερικός χώρος του ναού σήμερα είναι ενιαίος με τις πλάγιες πλευρές του να διαρθρώνονται από τυφλά αψιδώματα. Ο κυρίως ναός διαχωρίζεται από το Ιερό Βήμα με την παρεμβολή ενός ξυλόγλυπτου τέμπλου, αξιόλογου δείγματος της ξυλογλυπτικής τέχνης που άκμαζε στη Χίο κατά τον 17ο και 18ο αιώνα. Σήμερα, μόνο από την υπερύψωση του δαπέδου του δυτικού τμήματος του ναού δημιουργείται η ψευδαίσθηση της ύπαρξης νάρθηκα. Στην αρχική του φάση, όμως ο ναός δεν ήταν ένα μονόχωρο επίμηκες κτίριο, αλλά αποτελείτο από τον κεντρικό σταυρικό πυρήνα και έναν τετράγωνο αυτόνομο νάρθηκα προσαρτημένο στα δυτικά. Ο αρχιτεκτονικός τύπος του ναού καθώς και η ύπαρξη αρκοσολίου (ταφικού μνημείου) στο Διακονικό οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο ναός ίσως είχε κατασκευασθεί αρχικά ως ταφικό παρεκκλήσι του κτήτορα. Ελάχιστες τοιχογραφίες διατηρούνται στο ναό, όπως τμήμα της κεφαλής και του σώματος στρατιωτικού Αγίου, πιθανότατα του Αγίου Γεωργίου, στο βόρειο τοίχο του κεντρικού πυρήνα, κεφάλι γενειοφόρου Αγίου, πιθανότατα του Αγίου Νικολάου, στο τεταρτοσφαίριο της ημικυκλικής κόγχης του διακονικού, καθώς και τμήματα δύο μορφών με αυτοκρατορικούς λώρους, πιθανότατα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.