Αργαλειός
Ο αργαλειός ήταν το πιο απαραίτητο και το πιο πολύτιμο εργαλείο για την νοικοκυρά τα παλιά τα χρόνια. Αποτελούσε μέρος της καθημερινότητας και δεν έλειπε σχεδόν από κανένα σπίτι. Έχοντας αργαλειό στο σπίτι, στο πιο ευάερο και πιο ευήλιο δωμάτιο, κάθε αγροτική οικογένεια, ήταν σαν να είχε στη δούλεψη της ένα ατομικό υφαντουργικό εργαστήρι, που κάλυπτε όλες τις ανάγκες σε είδη ρουχισμού και κλινοσκεπασμάτων. Η παραδοσιακή υφαντική λαϊκή τέχνη περνούσε από γενιά σε γενιά. Όλες οι γυναίκες έπρεπε να μάθουν να χειρίζονται τον αργαλειό για να φτιάξουν την προίκα τους. Όσα νοικοκυριά δεν είχαν αργαλειό δανείζοταν από τους γείτονες ή απευθύνονταν στις επαγγελματίες υφάντρες. Η Μαριάνθη Αλμυρούδη που διανύει το 95ο έτος της ηλικίας της και η Μαρία Λυκουρίνα μία από τις τελευταίες υφάντρες της Χίου μας μιλούν για την τέχνη του αργαλειού και θυμούνται το σημαντικό ρόλο που έπαιζε στην καθημερινότητα της οικογένειας τα παλιά τα χρόνια.
Ο Αργαλειός ήταν μια απλή κατασκευή από ξύλο με τη μορφή χονδρών σανίδων ή ορθογώνιας διατομής μακρόστενων καδρονιών. Πάνω σε ένα κυλινδρικό εξάρτημα του τύλιγαν την κλωστή που χρησιμοποιούσαν ως βάση για την ύφανση και την ονόμαζαν στημόνι. Όλες αυτές οι κλωστές απλώνονταν από τον κύλινδρο σε δεκάδες παράλληλα ζεύγη προς έναν άλλο κύλινδρο, ίδιο με τον προηγούμενο, που βρισκόταν στο αντίθετο μέρος του αργαλειού, εμπρός από τη θέση του ατόμου που τον χειριζόταν. Όλα τα παράλληλα ζεύγη του στημονιού περνούσαν μέσα από δύο χτένια που βρίσκονταν το ένα εμπρός από το άλλο και πιο συγκεκριμένα, οι μισές περνούσαν μέσα από το ένα και οι άλλες μισές μέσα από το άλλο. Έτσι πατώντας ένα μοχλό, τα χτένια μετακινούνταν το ένα προς τα πάνω και το άλλο προς τα κάτω δίνοντας τη δυνατότητα ανάμεσα από τις κλωστές (στημόνι) να περάσουν τις μάλλινες χοντρές, κλωστές που θα γίνονταν κουβέρτες ή στρωσίδια. Μετά από τα δύο αυτά χτένια, το στημόνι περνούσε μέσα από ένα άλλο σκληρό και δυνατό χτένι που οι άκρες του κρέμονταν με δύο λεπτές σανίδες από το πάνω μέρος της κατασκευής, παρέχοντάς του τη δυνατότητα να μπορεί να κινείται όλο το χτένι παράλληλα με τις κλωστές του στημονιού ακολουθώντας τη φορά του. Κάθε φορά που περνούσαν τη μάλλινη κλωστή, με αυτό το σκληρό χτένι χτυπούσαν, κινώντας το μπρος-πίσω με δύναμη, τη μάλλινη κλωστή να πάει πολύ κοντά στην προηγούμενη που είχαν περάσει. Για να γίνει ένα παντελόνι, μία φούστα ή μια κουβέρτα χρειαζόταν πολλές ώρες δουλειάς.